Διάφορα

Τα φοινίκια της Βεργένας

«Τρεις μέρες μένανε για τη γιορτή του Άι Βασίλη, και η Βεργένα ακούμπησε στο σκαμνί κοντά στο παραγώνι να ξαποστάσει για λίγο.

Έπρεπε να μάσει όσες δουλειές απομείνανε μέχρι το μεσημέρι της αυριανής μέρας, αλλιώς δεν θα επρόκανε τίποτις.

Το καΐκι του πεθερού της με τον άντρα της, είχανε πάει ίσαμε τα Βάτικα για να φέρουνε κρομμύδια, πατάτες κι άλλες παραγγελίες που είχανε αφ’ τα μαγαζιά  κάτω της Χώρας. Κατά πως  τα υπολογίζανε, σε δυο μερόνυχτα πρώτα ο Θεός, θα ’χανε γυρίσει.

Με την πλύση,  είχε τελειώσει αφ’ το ξημέρωμα. Η μέρα ήτανε καλή, το βοριαδάκι τα στέγνωνε και σε λίγο θα τα μάζευε παστρικά και μοσκοβολημένα αφ’ την αλυσίβα, για να τα σιδερώσει αργά το βράδυ αφού θα ’χε βάλει τα παιδιά για ύπνο. Ζωή να ’χουνε, στασό δεν έχουνε ολημερίς! Πέντε παιδόπουλα, και όλα σερνικά! Τρία τα εδικά της και δύο της Μαριορής, της  αδερφής της.

Περίμενε γεννητούρια, η Μαριορίτσα, στο τρίτο της από μέρα σε μέρα, αφού εδώ και δέκα μέρες είχε έμπει στο μήνα της.

– Ένα θηλυκό να γεννιότανε καλό θα ήτανε, αλλά γερό παιδί να’ ναι, να έχει τα σημάδια του Θεού, κι ας είναι και σερνικό. Να βοηθήσει η Παναγιά η Παρθένα και να το βγάλει μ’ ένα πόνο!

Αύριο που θα πετιότανε στη θεια της, τη Θοδώρα, θ’ άφηνε τους δυο κοκόρους στον μπάρμπα  Όθωνα, να τους «ετοιμάσει», να μη βλέπουν τα παιδιά, και το βράδυ που θα κοιμόντουνε, εκείνη θα τους ξεπουπούλιαζε να είναι ούλα έτοιμα για τη σούπα της Κυριακής  του νέου χρόνου. Έτσι όπως τα έβαλε με νου της, θα  ’χε περισσευούμενο χρόνο να κάνει τις ετοιμασίες για το ζύμωμα, θα έπιανε  το προζύμι για τα φουσκάτσα (λουκουμάδες), θα τους έφιανε ένα μεγάλο αφράτο τυρόψωμο, που αρέσει του πεθερού της, αλλά και τρία ταψιά φοινίκια, για το καλό του χρόνου.  Είχανε να το κάνουνε στην Περιβόλα για το πόσο τα πετύχαινε! Δεν θα ξέχναγε να κρατήσει και ένα μεγάλο κομμάτι αφ’ το ζυμάρι να τους κάμει τηγανίτες με το φετινό πετιμέζι.

Είναι βλέπεις που πρέπει να ετοιμάσει και τα πιάτα με τα γλυκά για τα πεσκέσια που πρέπει να δώσει άλλα για τους εδικούς της, άλλα στη γειτονιά…

Της ήρθανε ούλα για ούλα βολικά. Άξια κοπέλα αφ’ τα μικράτα της, η Βεργένα! Ούλα τα πρόλαβε!  Τα ρούχα σιδερωμένα, το τυρόψωμο να μοσκοβολάει, τα ψωμιά καλοβαλμένα απάνου στο ψωμοσάνιδο να κρυώνουνε, στο τραπέζι έτοιμα τα πιάτα με τα γλυκά, δεμένα με άσπρες πετσέτες για να τα μοιράσει  πρωΐ, πρωΐ στο συγγενολόϊ και στη γειτονιά.

Η μοσκοβολιά όμως που βγάζανε τούτα τα φοινίκια λες και δεν την είχανε άλλη φορά. Καμάρωνε τις δυο μεγάλες πιατέλες όπου τα ’χε βάλει, σαν να ’τανε δυο όμορφα βουναλάκια!

Ευχαριστημένη αλλά ψόφια αφ’ τον κάματο των ημερώνε, έτσι όπως ακούμπησε το κεφάλι της στη μαξιλάρα του καναπέ και όπως εφωτίζανε τα κάρβουνα στο παραγώνι, βαρύνανε τα μάτια της και την επήρε ο ύπνος…  Ε, το κακό δεν θέλει πολύ για να γίνει!

Με τις φούριες που είχε για να προκάνει τις δουλειές η Βεργένα, ούτε που έβαλε με νου της  ότι τώρα που ’ναι Δωδεκάμερο έπρεπε να μανταλώσει καλά, να βάλει τις αστιβές στα παλεθούρια,  στην ξώθυρα.

Για πότε ζώσανε οι κολοτσέντες (καλικάντζαροι) το σπίτι ούτε που θα το επρόκανε και ξυπνητή να ήτανε! Οι μοσκοβολιές,  βλέπεις…

Βάνει τις φωνές, αρπάει το περίσαρο (σκούπα από αστοιβή),  να τους κυνηγήσει, που να τους κάνει καλά. Ξυπνάνε τα δυο μεγάλα παιδιά, βλέπουνε τη μάνα τους που έτρεχε απάνου κάτου στην κουζίνα κι αρχίζουνε τον… πόλεμο μέχρι που εκαταφέρανε  και τους επετάξανε όξω αφ’ το σπίτι. Τώρα ποια ήτανε τα βόλια άλλο να τα λέμε και άλλο να εβλέπατε: τα φοινίκια τα μοσκοβολιστά! Τι να εκάνανε τα έρημα παιδιά; Να εσώζανε τη μάνα ή να εκαμαρώνανε τα φοινίκια;

Ωστόσο μέχρι να στεναχωρεθεί για τη μοίρα που ’χανε τα φοινίκια της, η Βεργένα, και να ηρεμήσουνε τα παιδιά, να που εφτάκανε ο παππούς με τον πατέρα με καλούδια για όλους αφ’ το ταξίδι, να και τα συχαρίκια για τα γεννητούρια της Μαριορής που έκανε την κόρη, και όλα γένανε καλά κι ευλογημένα με τόσες χαρές.

-Την υγειά μας να έχουμε, και θα κάνω μια σκάφη φοινίκια, για να κεράσουμε ούλη τη γειτονιά, και για το καλό του χρόνου, και για το θηλυκό, που ήρθε με τη βοήθεια του Θεού και της Παναγίας, στο σπιτικό μας, έλεγε συγκινημένη από τις τόσες χαρές η Βεργένα, και σηκώνοντας ψηλά τα μάτια της, σταυροκοπήθηκε τρεις φορές».

Τα κείμενα δημοσιεύονται με την άδεια της κυρίας Λίνας, και την ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό! Το Σεντούκι της Γιαγιάς θα φιλοξενεί συχνά αποσπάσματα των βιβλίων της με θέματα λαογραφίας και εθίμων του τόπου μας.

Η Λίνα Μπόγρη-Πετρίτου ασχολείται συστηματικά με την Τοπική Ιστορία και την Λαογραφία της Αίγινας και αρθρογραφεί για τα θέματα αυτά στον τοπικό τύπο της Αίγινας.